Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2018

ΠΑΓΑΝΙΣΤΙΚΕΣ ΔΟΞΑΣΙΕΣ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΚΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ, ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΤΣΑΠΡΑΪΛΗΣ


 

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Στις πεδιάδες και τα βουνά της θεσσαλικής επαρχίας δεν έσβησε ποτέ η πίστη στους παλιούς παγανιστικούς μύθους. Σε κελάρια, κοίτες ποταμών και βάραθρα, οι προηγούμενες λατρείες συνεχίστηκαν, μυστικά και αθόρυβα σαν υπόγεια νερά. Στα όνειρα των ανυποψίαστων αλυχτούν τα σκυλιά της Εκάτης, η Κυρά της Καταχνιάς ζητά ένα διαβάτη κάθε Οκτώβρη, και ο χαζό-Λευτέρης ακούγεται πότε-πότε στα ερτζιανά. Αυτή η συλλογή από καινοφανείς δοξασίες και παραδόσεις αποκαλύπτει κάτω από το δέρμα της σύγχρονης ζωής τη μυθική φύση της ελληνικής υπαίθρου. Από το Πήλιο μέχρι τα Άγραφα κι από το Δομοκό μέχρι τον Όλυμπο, χαράσσεται ξανά ο χάρτης μιας άλλης, σκοτεινής Θεσσαλίας.


Προσωπική άποψη
Η πρώτη απαραίτητη πληροφορία για το βιβλίο είναι ότι ο τίτλος είναι παραπλανητικός. Δεν πρόκειται για λαογραφική μελέτη ή για συλλογή με αληθινές λαϊκές παραδόσεις, αλλά για συλλογή με 49 διηγήματα υπερφυσικού τρόμου, τα περισσότερα απ’ τα οποία είναι ιδιαίτερα μικρά, ακόμη και μια μόλις σελίδα σε έκταση. Ακόμη και η περίληψη συμβάλλει στο παιχνίδι της αληθοφάνειας που δημιουργεί ο τίτλος, καθώς τις χαρακτηρίζει «καινοφανείς δοξασίες και παραδόσεις», δηλαδή δοξασίες που φαίνονται σαν καινούριες αλλά δεν είναι. Πάντως, το παιχνίδι πέτυχε, αν κρίνω από το βιβλιοπωλείο απ’ όπου το πήρα, όπου αντί να το τοποθετήσουν στο ράφι «Τρόμος-Φαντασία-Επιστημονική Φαντασία» ή στο ράφι «Ελληνική Λογοτεχνία», το τοποθέτησαν στο ράφι της «Λαογραφίας»! Και δεν ήταν για να κάνουν παιχνίδι με τον τίτλο, καθώς, όταν ενημέρωσα τον υπάλληλο ότι πρόκειται για διηγήματα μυθοπλασίας, δεν το ήξερε!
Όπως αποκαλύπτει και ο τίτλος, τα διηγήματα αυτά διαδραματίζονται σε πόλεις και χωριά της Θεσσαλίας, απ’ όπου κατάγεται και ο συγγραφέας. Τα διηγήματα χωρίζονται σε γεωγραφικές ενότητες, ανάλογα με την περιοχή όπου διαδραματίζονται:
·         Βλαχοχώρια, τα χωριά της Θεσσαλικής Πίνδου,
·         Καραγκουνοχώρια, τα χωριά του κάμπου,
·         Δρακοχώρια, τα χωριά του Πηλίου και της Θεσσαλικής πλευράς του Ολύμπου
·         Οι πόλεις του κάμπου, δηλαδή Καρδίτσα, Τρίκαλα, Λάρισα και Βόλος.
Τέλος, η τελευταία ενότητα, που αποτελεί ολόκληρο διήγημα από μόνη της –το μόνο μεγάλο του βιβλίου- τιτλοφορείται «Αργιθέα», που είναι μια περιοχή της Θεσσαλίας στο Νομό Καρδίτσας, η οποία είναι και η ιδιαίτερη πατρίδα του συγγραφέα. Το εν λόγω διήγημα, μαζί με το προοίμιο, που είναι κι αυτό διήγημα,  συνδέουν τα υπόλοιπα σ’ ένα σύνολο, σ’ έναν ολόκληρο κόσμο, θα έλεγε κανείς! Η τελική πινελιά είναι ότι κάθε ενότητα, εκτός απ’ την «Αργιθέα», εισάγεται με μια ανατριχιαστική παραγραφούλα, περιγράφοντας τα γενικά χαρακτηριστικά κάθε περιοχής.
Με διηγήματα τόσο μικρού μεγέθους ο αναγνώστης δεν πρέπει να περιμένει ανάλυση χαρακτήρων ή-στα μικρότερα-ακόμη και σαφή πλοκή με ανατροπές, αλλά καταπληκτική, ζοφερή ατμόσφαιρα με εικόνες ονειρικές-εφιαλτικές, συχνά σχεδόν σουρεαλιστικές. Κάποια απ’ τα διηγήματα έχουν αρκετό αίμα και αυτό μπορεί να δυσαρεστήσει τους αναγνώστες που δεν προτιμούν αυτό το είδος του τρόμου, αλλά ταυτόχρονα ο συγγραφέας χρησιμοποιεί μοναδικά τους υπαινιγμούς και σε κάνα-δύο απ’ τα διηγήματα τείνει μέχρι τον ψυχολογικό τρόμο.
Η δομή τους τα κάνει να θυμίζουν πραγματικές παραδόσεις ή –αυτά που έχουν πιο σύγχρονα σκηνικά- αστικούς θρύλους. Ο αφηγητής είναι τριτοπρόσωπος παντογνώστης αφηγητής σχεδόν πάντα, εκτός από ένα τμήμα της «Αργιθέα», όπου χρησιμοποιείται πρωτοπρόσωπη αφήγηση, οι διάλογοι είναι ανύπαρκτοι και οι περιγραφές εντάσσονται μέσα στην αφήγηση χωρίς να υπάρχουν ξεκάθαρα περιγραφικά τμήματα. Ακόμη, χρησιμοποιούνται εκφράσεις που δίνουν το σήμα κατατεθέν της παράδοσης, δηλαδή: λέγεται πώς, σύμφωνα με τους γεροντότερους, ο θρύλος λέει, έτσι λέγεται, οι ντόπιοι λένε, παλιότερα λέγανε, οι παλιοί λένε. Τέλος, προσωπικά ονόματα των ηρώων απουσιάζουν, εκτός από ένα-δύο διηγήματα.
Η γλώσσα είναι μάλλον απλή, διακοσμημένη με αρκετές διαλεκτικές λέξεις, τόσο ώστε να αποκτά κάποιο τοπικό χρώμα αλλά να μην γίνεται δυσνόητη. Η απλή γλώσσα αντισταθμίζεται από τις μάλλον αναπάντεχες μεταφορές και παρομοιώσεις, οι οποίες αφθονούν και κάνουν το ύφος κάπως σκοτεινό και μπαρόκ. Η αφθονία σχημάτων λόγου δίνει μια αίσθηση απόκοσμου αλλά και δυσκολεύει κάπως την κατανόηση, καθώς εγώ προσωπικά κατάλαβα τι γινόταν σε κάποια διηγήματα μόνο με τη δεύτερη ανάγνωση.
Οι επιδράσεις που διαμόρφωσαν τα διηγήματα προέρχονται απ’ την λαϊκή παράδοση, απ’ την αρχαία ελληνική μυθολογία και λογοτεχνία, απ’ τη σύγχρονη λογοτεχνία τρόμου και απ’ τη Metal μουσική. Επιδράσεις της λαϊκής παράδοσης είναι τα ονόματα και τα είδη των υπερφυσικών όντων (χαμοδράκια, λάμιες, νεράιδες-Καλοκυράδες, οι Μοίρες, προσωποποιήσεις ασθενειών, της δυστυχίας και της φτώχειας, του χειμώνα). Νομίζω επίσης ότι και η προσωνυμία «Παναγιά η Κουκουβάγια» σ’ ένα του διήγημα είναι πιθανό να εμπνεύστηκε από ένα αληθινό προσωνύμιο της Παναγίας.  Στο νησί της Κεφαλλονιάς υπάρχει ένα μοναστήρι όπου λατρεύεται η Παναγία με το προσωνύμιο «Λάμια», ένα γνωστό δηλαδή θηλυκό δαιμόνιο. Και στα δύο προσωνύμια παρατήρησα το ίδιο μείγμα δαιμονικού και προστατευτικού ρόλου, παγανιστικού και χριστιανικού στοιχείου.
Επιδράσεις απ’ την αρχαία ελληνική μυθολογία και (ας πούμε) λαογραφία είναι ο μύθος του Μελέαγρου, η  σκοτεινή θεά Εκάτη και η σύνδεσή της με σκύλους, το δαιμόνιο Μορμολύκη-Μορμώ, η παρουσία του Πάνα και Σάτυρων σε μια σκηνή (χωρίς να αναφέρονται ονομαστικά, αλλά απ’ την περιγραφή τείνω να πιστέψω ότι ο συγγραφέας υπονοούσε τα εν λόγω πλάσματα) και ο θρύλος για τη δύναμη των μαγισσών της Θεσσαλίας.
Παρατήρησα επίσης επιδράσεις δύο σύγχρονων συγγραφέων τρόμου, του Λάβκραφτ και του Κλάιβ Μπάρκερ. Οι αναφορές στον Λάβκραφτ στην υπόθεση των διηγημάτων είναι πολύ συχνές: αναφέρονται κάτι μυστηριώδεις «Παλαιοί», περιγράφονται υπαινικτικά ιχθυόμορφα πλάσματα, η θέση των άστρων έχει μεγάλη σημασία… Η επίδραση απ’ τον Μπάρκερ συνίσταται στη δομή της συλλογής, η οποία μοιάζει πολύ με τη δομή της συλλογής « Τα Βιβλία του Αίματος».
Απ’ όσο μπορώ να κρίνω εγώ προσωπικά, με τη μικρή σχετικά γνώση της συγκεκριμένης μουσικής σκηνής, επίδραση απ’ τη Metal μπορεί να θεωρηθεί ο έντονος αντιχριστιανικός τόνος των διηγημάτων, ο τονισμός του παγανιστικού στοιχείου και η σύνδεσή του με τη γη. Συγκεκριμένα, ο τόνος αυτός δίνεται ήδη από τον τίτλο: όχι απλώς λαϊκές ή παραδοσιακές δοξασίες, αλλά παγανιστικές. Στα διηγήματα τονίζεται η αρχαιότητα και η ισχύς των δοξασιών ενάντια στον χριστιανισμό και κρυφά απ’ αυτόν ενώ  σε κάποια διηγήματα οι παπάδες είναι αυτοί που θέλουν να ξεριζώσουν την παλιά πίστη. Όσοι έχουν καλή γνώση του συγκεκριμένου μουσικού είδους σίγουρα θα αναγνωρίσουν πολλά μοτίβα.
Το ελκυστικό στοιχείο αυτής της ποικιλίας επιδράσεων είναι ότι ενώνονται με εξαιρετικά αρμονικό τρόπο. Για να δώσω συγκεκριμένο παράδειγμα, παραπάνω ανέφερα ότι στα διηγήματα συναντώνται κάτι μυστηριώδεις Παλαιοί. Ο αναγνώστης δεν μπορεί να είναι σίγουρος αν αυτές οι οντότητες είναι οι Μεγάλοι Παλαιοί του Λάβκραφτ, χθόνιοι θεοί της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας ή αυτό που προέκυψε απ’ το πάντρεμα μεταξύ των δύο προηγούμενων.
Η μόνη αδυναμία του κειμένου είναι ότι καμιά φορά θυσιάζει την κατανόηση της πλοκής στην ατμόσφαιρα, με αποκορύφωμα ένα διήγημα που μοιάζει να αποτελείται από ασύνδετες φρικιαστικές εικόνες. Τα καλά του στοιχεία είναι όμως τόσα πολλά: γλώσσα, ύφος, ατμόσφαιρα, πρωτοτυπία με γνωστά «υλικά», που το στοιχείο αυτό περνάει σχεδόν απαρατήρητο και μπορεί να θεωρήσει κανείς ότι συμβάλλει κιόλας στη γοητεία του αναγνώσματος.
Γενικά, είναι ένα βιβλίο που συστήνεται σε όλους τους φίλους του υπερφυσικού τρόμου. Συστήνεται τόσο στους απλούς αναγνώστες που θα απολαύσουν την ατμόσφαιρα, όσο και στους συγγραφείς για να δουν ότι μια χαρά μπορεί να γραφεί τρόμος με φόντο την ελληνική επαρχία, σε αυτούς που αγαπούν τις παραδοσιακές ιστορίες για να γευτούν μια άλλη εκδοχή της αγάπης τους, αλλά και σε αυτούς που απεχθάνονται την παράδοση, για να δουν ότι παράδοση δεν σημαίνει απαραίτητα κάτι βαρετό και παλιομοδίτικο. Επίσης, θα αρέσει στους φίλους του λαβκραφτικού τρόμου, λόγω της παρουσίας πλασμάτων εμπνευσμένων από αυτόν, αλλά και σε αυτούς που δεν συμπαθούν τα λαβκραφτικά τέρατα, καθώς είναι παρουσιασμένα πολύ πρωτότυπα και διαφορετικά.  Τέλος, είναι ιδανικό ανάγνωσμα για τους φίλους της ατμόσφαιρα και του υπαινικτικού τρόμου, όπως η γράφουσα,  ενώ ταυτόχρονα θα αρέσει πολύ στους οπαδούς του σπλάττερ, καθώς μερικές απ’ τις ιστορίες έχουν αρκετό αίμα. Κοντολογίς, αυτό το βιβλίο είναι ένα διαμαντάκι που περιέχει κάτι για τον καθένα που αγαπά το είδος «τρόμος».
Βαθμολογία: 10/10

 
Τίτλος βιβλίου: Παγανιστικές δοξασίες της Θεσσαλικής επαρχίας
Συγγραφέας: Χρυσόστομος Τσαπραϊλής
Εκδόσεις: Αντίποδες
Αριθμός σελίδων: 153

2 σχόλια:

  1. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Με έπεισες απίστευτα πολύ να είναι στις άμεσες βιβλιοαγορές μου, όχι μόνο για την ατμόσφαιρα, εντάξει ξέρω λίγο πολύ περί τίνος πρόκειται, αλλά δεν είχα κάτσει ποτέ να σκεφτώ ότι αναφέρεται στη θεσσαλική γη (το λέει και τίτλος, ευχαριστώ) από την οποία έχω καταγωγή κι εγώ (από κάποιο καραγκούνικο χωριό, μάλιστα) και νιώθω τουλάχιστον αδιάβαστη αυτή τη στιγμή που δεν το έχω ήδη αυτό το βιβλίο. Δε με ενοχλεί καθόλου ο τρόμος (ας κοπιάσει, δε με πιάνει εύκολα άλλωστε) με ενοχλεί λίγο το σπλάτερ, αλλά θα το υποστώ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή