Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2024

Ιούλιος Βερν, Καίσαρ Κασκαμπέλ



Ο Ιούλιος Βερν θεωρούνταν κάποτε (ίσως και σήμερα) ο πιο αγαπημένος συγγραφέας για τα παιδιά στην Ελλάδα.
Οι εκδόσεις Αστήρ, ένας εκδοτικός οίκος με μεγάλη ιστορία, ο οποίος χρονολογείται από το 1924, είχαν βγάλει μια πλήρη σειρά με τα μυθιστορήματα του Βερν, η οποία κατά καιρούς επανεκδιδόταν. Δυστυχώς, το κείμενο διασκευάστηκε και συντομεύθηκε, φαινόμενο συχνό σε κλασσικά μυθιστορήματα τα οποία απευθύνονταν σε παιδιά. Το παρόν μυθιστόρημα ανήκει και αυτό στην εν λόγω σειρά, με επανέκδοση του το 1994. 
Γενικά, τα μυθιστορήματα του Ιουλίου Βερν χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: επιστημονικής φαντασίας και ταξιδιωτικά. Το μυθιστόρημα «Καίσαρ Κασκαμπέλ» ανήκει στα ταξιδιωτικά. Ο γεωγραφικός χώρος όπου γίνεται το περιπετειώδες ταξίδι το οποίο αποτελεί την υπόθεση του μυθιστορήματος είναι η Βόρεια Αμερική και το πέρασμα στη Σιβηρία, μέσω του Βερίγγειου Πορθμού. Ένα τμήμα του βιβλίου αφορά λοιπόν θαλασσινές περιπέτειες, οι οποίες ήταν μια μεγάλη αγάπη του συγγραφέα.
Η λακωνική παρουσίαση/εισαγωγή, γραμμένη από τον σημαντικό Κωνσταντινουπολίτη στιχουργό Πωλ Μενεστρέλ, εξηγεί πότε γράφηκε το βιβλίο και την αφορμή της έμπνευσής του.
Ο αναγνώστης εισάγεται στα πρόσωπα χωρίς περαιτέρω εισαγωγή γνωρίζοντας τα αρχικά μέσω των δράσεών τους και μόνο αργότερα ακολουθεί περιγραφή των κύριων χαρακτήρων. Αυτή η μέθοδος προκαλεί το ενδιαφέρον και την περιέργεια του αναγνώστη για τους εν λόγω χαρακτήρες.
Οι ήρωες δεν είναι, όπως συνήθως σε αυτού του είδους τα μυθιστορήματα, πλούσιοι οι οποίοι ταξιδεύουν από καπρίτσιο ή επαγγελματίες εξερευνητές. Αντίθετα, πρόκειται για απλούς, φτωχούς ανθρώπους οι οποίοι, λόγω των συνθηκών, αναγκάζονται να κάνουν ένα ταξίδι-άθλο. Το επάγγελμα που δίνει ο συγγραφέας στην οικογένεια των πρωταγωνιστών τους δίνει τη δυνατότητα να περιπλανηθούν σε απρόσιτους συνήθως τόπους.
Και το ίδιο το μεταφορικό μέσο γίνεται πρωταγωνιστής, καθώς είναι πρωτότυπο, αν και δεν είναι φουτουριστικό, αλλά αντίθετα πρόκειται για εξαιρετικά ρετρό όχημα.
Το μυθιστόρημα βασίζεται κυρίως στην πλοκή και στις ζωντανές περιγραφές των τόπων. Δεν είναι πάντως ένα απλό ταξίδι. Για να υπάρχει μια πλοκή και για να μην αποτελείται το υλικό από ατέρμονη παράθεση γεωγραφικών λεπτομερειών, το ταξίδι των πρωταγωνιστών εμποδίζεται από ένα σωρό απρόοπτα, δηλαδή κλοπές, γραφειοκρατικές διατυπώσεις, επιθέσεις κακοποιών και απόπειρες δολοφονίας, επιθέσεις ζώων, δυσμενείς καιρικές συνθήκες, πολιτικούς μετασχηματισμούς, συνωμοσίες και συναισθηματικές εμπλοκές.
Το μυθιστόρημα έχει ανάλαφρο χιούμορ και ο πρωταγωνιστής επιδεικνύει μια ακαταπόνητη αισιοδοξία ενάντια στις αντιξοότητες. Αυτά τα στοιχεία φτιάχνουν τη διάθεση του αναγνώστη, λόγω του ανάλαφρου τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζονται τα λογής προβλήματα και η δυσμενείς συνθήκες. Γενικά, μέσα από τα περιστατικά τα οποία αντιμετωπίζουν οι ήρωες του μυθιστορήματος, φανερώνεται η σημασία της αισιοδοξίας και της επινοητικότητας.
Φανερώνονται επίσης και τα επιστημονικά ενδιαφέροντα του συγγραφέα, μέσα από φιλοσοφικές και ταυτόχρονα βιολογικές αναλύσεις.
Το βιβλίο περιλαμβάνει και ρετρό ασπρόμαυρη εικονογράφηση.
Είναι γραμμένο σε μονοτονικό, αλλά πολλές φορές μου αφήνει την αίσθηση ότι χρησιμοποιεί γλώσσα και κυρίως ορθογραφία κάπως παλιάς εποχής. Ακόμη και τα τοπωνύμια σε κάποιες περιπτώσεις τα εξελληνίζει, συνήθεια η οποία παλαιότερα ήταν διαδεδομένη. Πάντως δεν είναι δύσκολο στο διάβασμα, ούτε χρησιμοποιεί καθαρεύουσα, οπότε πιστεύω ότι μπορούν να το διαβάσουν με ευκολία και σημερινά παιδιά.
Το μεγαλύτερο μειονέκτημά του για τους σημερινούς αναγνώστες είναι οι κάπως ρατσιστικοί τόνοι του: υπάρχει θετικό σχόλιο για το νόμο του Λιντς, ο οποίος αποτελούσε στην ουσία αυτοδικία, σε μερικές σκηνές γελοιοποιούνται οι Ινδιάνοι και οι Σαμογέδες, οι οποίοι είναι οι αυτόχθονες λαοί της Σιβηρίας, χαρακτηρίζονται από τον συγγραφέα ως μισοάγριοι. Γενικά, οι Ινδιάνοι κυρίως, αλλά και άλλες αυτόχθονες φυλές της Σιβηρίας και της Βόρειας Αμερικής αποδίδονται μονίμως ως επικίνδυνοι ή/και ως απολίτιστοι. Και οι γυναίκες απεικονίζονται ως υποτακτικές, πράγμα το οποίο είναι πιθανό να ξενίσει κάπως τον σημερινό αναγνώστη. Κατά τη διάρκεια της πλοκής, οι γυναίκες μόνο τρομάζουν, υπακούν στις διαταγές των αντρών, ασχολούνται με το νοικοκυριό και ασθένειες. Για να μην αδικήσω τον συγγραφέα, μια νέα γυναίκα έχει επίσης σημαντικό ρόλο για το ξετύλιγμα της πλοκής και υπάρχουν σκηνές όπου οι γυναίκες του μυθιστορήματος επιδεικνύουν περισσότερο χαρακτήρα. Ως διαδεδομένες και αναμενόμενες νοοτροπίες της εποχής κατά την οποία γράφηκε το μυθιστόρημα, δεν θα πρέπει να ξενίζουν τον αναγνώστη. Εξάλλου, οι γυναίκες, παρόλο τον γενικά υποταγμένο τους χαρακτήρα, παρουσιάζονται ως άξια και πολύτιμα μέλη της οικογένειας. Ακόμη, όσον αφορά τις αυτόχθονες φυλές, υπάρχουν ωραίες λαογραφικές και ανθρωπολογικές περιγραφές για τα ήθη και τα έθιμά τους.
Τέλος, υπάρχουν ατέλειες στην επιμέλεια: σε κάποιες παραγράφους έχουν χαθεί λέξεις, συναντώνται ανορθογραφίες, τμήματα του κειμένου αναποδογυρισμένα και λανθασμένες λέξεις οι οποίες καθιστούν ακατανόητο το κείμενο. Επίσης, σε κάποια σημεία τις ινδιάνικες φυλές τις γράφει «ινδικές φυλές».
Σε ιδανική κατάσταση, σε κάποια σημεία θα ήταν χρήσιμες υποσημειώσεις, για καλύτερη κατανόηση. Για παράδειγμα, όταν ο συγγραφέας χρησιμοποιεί το κοινό ισπανικό όνομα ενός φυτού θα ήταν ενδιαφέρον για ορισμένους αναγνώστες να αναφέρεται σε υποσημείωση και το γνωστότερο όνομα αυτού του φυτού.
Στην έκδοση αυτή περιέχονται δύο χάρτες. Ο ένας απεικονίζει ολόκληρη την αμερικάνικη ήπειρο ως το Βερίγγειο πορθμό και ο άλλος την ευρασιατική ήπειρο ως την Ρωσία αλλά και την Αυστραλία. Πάνω σε αυτούς τους δύο χάρτες χαράσσεται χονδρικά η πορεία του ταξιδιού. Όμως, οι δυο αυτοί χάρτες είναι μικρής κλίμακας χάρτες, οπότε δεν προσφέρουν επαρκή λεπτομέρεια. Προσωπικά, θα προτιμούσα να απεικονίζονται με περισσότερες λεπτομέρειες οι τοποθεσίες οι οποίες διασχίζονται κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Η απεικόνιση, όμως, της πορείας σε έναν χάρτη χωρίς ιδιαίτερες λεπτομέρειες εξυπηρετεί την κατανόηση εκ μέρους του αναγνώστη των επικών διαστάσεων του ταξιδιού.
Γενικά, αυτό το βιβλίο συστήνεται στους αναγνώστες στους οποίους αρέσουν τα ταξίδια, οι περιπέτειες, η γνωριμία με άλλους πολιτισμούς και το παρελθόν.
Βαθμολογία: 9/10

Τίτλος βιβλίου: Καίσαρ Κασκαμπέλ
Συγγραφέας: Ιούλιος Βερν
Διασκευή: Γ. Τσουκαλα
Εκδοτικός Οίκος «Αστήρ»
Αριθμός σελίδων: 345







Κυριακή 11 Φεβρουαρίου 2024

Jennifer Donnelly, Η Άλλη Χιονάτη

 


Λίγα λόγια για το βιβλίο:

Μια φορά κι έναν καιρό, ένα κορίτσι με το όνομα Σόφι πήγε στο δάσος με τον κυνηγό της βασίλισσας. Τα χείλη της είχαν το χρώμα των ώριμων κερασιών, το δέρμα της ήταν απαλό σαν φρέσκο χιόνι, τα μαλλιά της ήταν μαύρα σαν τη νύχτα. Όταν σταμάτησαν να ξεκουραστούν, ο κυνηγός έβγαλε το μαχαίρι του και πήρε την καρδιά της.

Δεν ήταν έκπληξη για τη Σόφι. Είχε ακούσει τις φήμες, τους ψιθύρους γύρω της. Έλεγαν ότι παραήταν ευγενική και καλοσυνάτη για να κυβερνήσει‧ θα ήταν καταστροφή μια τέτοια βασίλισσα. Και η Σόφι τους πίστευε. Πίστευε ό,τι είχε ακούσει για τον εαυτό της, όλες τις δηλητηριώδεις λέξεις που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι για να αποτρέψουν τα κορίτσια όπως αυτή να αποκτήσουν δύναμη.

Η Σόφι, όμως, θα αποδείξει ότι ακόμα και η πιο σκοτεινή μαγεία δεν μπορεί να σβήσει τη φωτιά που καίει μέσα σε κάθε κορίτσι. Και ότι η μεγαλύτερη δύναμη είναι η καλοσύνη.

(Από το οπισθόφυλλο)


Αυτό το μυθιστόρημα είναι μια νεανική (Young Adult) επαναφήγηση του παραμυθιού της Χιονάτης. Κυριαρχεί το φεμινιστικό στοιχείο, με διδάγματα γυναικείας ενδυνάμωσης μέσα από την αλληγορία κυρίως αλλά και με ευθύ λόγο ο οποίος απευθύνεται προς τον αναγνώστη.
Ως μυθιστόρημα φαντασίας κυριαρχεί μεσαιωνική  ατμόσφαιρα, η οποία θυμίζει πολύ τα παραμύθια Γκριμ, τα οποία είναι και η πηγή του παραμυθιού της Χιονάτης. Τα στοιχεία που συμφωνούν με αυτήν την ατμόσφαιρα είναι τα σκοτεινά δάση και τα κάστρα. Μεσαιωνική ατμόσφαιρα βγάζουν και οι περιγραφές των πόλεων. Άλλα πάλι πολιτισμικά στοιχεία, όπως οι χοροί, προέρχονται από την εποχή της Αναγέννησης. Επίσης, το μυθιστόρημα περιλαμβάνει και ένα σημαντικό στοιχείο steampunk, ανθρωπομορφισμό σε ζώα και, τέλος, αλληγορικές μορφές. Η κοσμοπλασία δηλαδή αποτελείται από μίξη ετερόκλητων στοιχείων, αλλά τα στοιχεία αυτά δεν αντιφάσκουν μεταξύ τους, καθώς η υπόθεση διαδραματίζεται σε μια παραμυθοχώρα, εξ’ ορισμού άχρονη. Το μόνο που με ξένισε κάπως στη δόμηση του κόσμου είναι η παρουσία ανθρωπομορφισμού σε δύο έντομα, ενώ κατά τα άλλα δεν υπάρχει ίχνος ανθρωπομορφικού στοιχείου στα υπόλοιπα ζώα.

Όσον αφορά τη γεωγραφία του κόσμου, ορισμένα τοπωνύμια είναι τελείως φανταστικά και παραμυθένια, λίγα είναι πραγματικά, ενώ τα πιο πολλά είναι φανταστικά άλλα μοιάζουν με ορισμένα πραγματικά ονόματα γερμανικών πόλεων.

Η γραφή είναι απλή αλλά ρέει ομαλά και οι περιγραφές είναι πολύ ζωντανές. Το αποτέλεσμα είναι ο αναγνώστης να παρασύρεται από την αφήγηση και να αισθάνεται ότι βρίσκεται στον ίδιο τόπο με τους ήρωες και βλέπει τα πράγματα που βλέπουν και αυτοί.

Η αφήγηση είναι κυρίως τρίτο πρόσωπο παντογνώστη αφηγητή. Σε ορισμένα σημεία και κεφάλαια όμως η οπτική γωνία αλλάζει σε αφήγηση οπτικής γωνίας πρώτου προσώπου. Σε αυτά τα σημεία μάλιστα ο αφηγητής απευθύνεται στην αναγνώστρια και εκεί είναι που αναφέρονται κατευθείαν και τα περισσότερα μηνύματα. Μπορεί να θεωρηθεί ενοχλητικό που προκαθορίζεται το φύλο του αναγνώστη, αλλά γενικά η YA φαντασία απευθύνεται κυρίως σε κορίτσια. Επίσης, τα θέματα τα οποία πραγματεύεται το βιβλίο αφορούν την ψυχολογία των έφηβων κοριτσιών. Οπότε, πιστεύω ότι είναι αρκετά λογικό η επικοινωνία του αφηγητή με το κοινό να στοχεύει τα κορίτσια.

Οι χαρακτήρες είναι γενικά πολύ συμπαθείς στον αναγνώστη και ακόμη και οι κακοί δεν χαλάνε το ευχάριστο κλίμα, αλλά απλώς δημιουργούν αγωνία με τη δράση τους. Όσον αφορά τους κακούς, λάτρεψα το  γεγονός ότι η κακιά βασίλισσα και μητριά της ηρωίδας δεν είναι ανεξήγητα κακιά, αλλά δίνεται ένα υπόβαθρο και μια ψυχολογική εξήγηση στην συμπεριφορά της. Οι χαρακτήρες γενικά δεν είναι στατικοί, εξελίσσονται, αλλά ταυτόχρονα παραμένουν συνεπείς. Οι αλλαγές δεν συμβαίνουν στα καλά καθούμενα, αναποδογυρίζοντας τους χαρακτήρες, αλλά υπάρχει προοικονομία και λογική στην εξέλιξή τους.

Εμφανίζονται και κάποια λίγα στοιχεία ρομάντζου, αλλά το ρομάντζο και ο έρωτας δεν είναι τα κύρια στοιχεία της πλοκής, πράγμα που είναι σχετικά ασυνήθιστο σε YA μυθιστορήματα με πρωταγωνίστριες κοπέλες. Αυτή η απουσία εστίασης στο ρομάντζο μου άρεσε, διότι το ρομάντζο δεν είναι παρά μόνο μια από τις παραμέτρους της ζωής.

Από άποψη πλοκής, το μόνο πράγμα που μου φάνηκε αδύναμο ήταν  ότι ένα σημαντικό πρόβλημα της πρωταγωνίστριας στο τέλος παραμερίζεται όταν παύει να εξυπηρετεί ως πηγή αγωνίας χωρίς να δοθεί λύση ή κάποια εξήγηση.

Γενικά, πρόκειται για ένα ευχάριστο μυθιστόρημα που θα αρέσει πολύ στα άτομα που αγαπούν τις επαναφηγήσεις παραμυθιών και το θεωρώ ιδανικό ανάγνωσμα για έφηβες.

Βαθμολογία: 9/10

 

Τίτλος βιβλίου: Η άλλη Χιονάτη

Συγγραφέας: Jennifer Donnelly

Μετάφραση: Μαρία-Ρόζα Τραΐκογλου

Εκδόσεις Διόπτρα

Αριθμός σελίδων: 487

Δευτέρα 5 Ιουνίου 2023

Never Have I ever

 

Καινούργια κατηγορία έρχεται στη Μαγεία της Βιβλιοθήκης! Αυτή η ανάρτηση είναι βιβλιοφιλικό παιχνίδι. Απαντάω σε ερωτήσεις που με τη σειρά μου βρήκα στο μπλογκ της Αλίκης στη χώρα των βιβλίων. Το παιχνίδι έχει τους εξής κανόνες:

  •       Απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις.
  •       Απάντησε ειλικρινά.
  •      Τάγκαρε το μπλογκ από το οποίο το πήρες  (δηλαδή συμπεριέλαβε το  στην ανάρτηση που θα κάνεις)
  •       Στείλε στο μπλογκ από όπου το πήρες την ανάρτησή σου.

Τελειώνοντας με τους κανόνες, αρχίζουμε τις ερωτήσεις:

Ποτέ μου δεν διάβασα ανακατεμένα τα βιβλία μιας σειράς

 Ως κανόνα, δεν το κάνω. Θεωρώ ότι δεν θα καταλάβω πολλά, επειδή κανονικά, η εξέλιξη των ηρώων και η πλοκή πρέπει να προχωράει ομαλά από το ένα βιβλίο μιας σειράς στο επόμενο. Επίσης, πιστεύω ότι θα υπάρχουν αποκαλύψεις της υπόθεσης όσον αφορά προηγούμενο βιβλίο, οπότε η αγωνία που θα υπήρχε αν ο αναγνώστης ακολουθούσε τη σωστή σειρά μειώνεται.

Όμως, το έχω κάνει νομίζω, όχι διαβάζοντας προσεκτικά και κανονικά, αλλά ξεφυλλίζοντας στο βιβλιοπωλείο. Η σειρά που έπεσε θύμα ανακατεμένου ξεφυλλίσματος ήταν το «Τραγούδι της φωτιάς και του πάγου» του George R. R. Martin. Ξεφύλλισα με τυχαία σειρά το πρώτο («Παιχνίδι του Στέμματος»), το τρίτο («Θύελλα από ατσάλι») και το πέμπτο («Ο χορός των δράκων»). Είχα ξεκινήσει το ξεφύλλισμα του τρίτου, για να το συγκρίνω με τη σειρά, την οποία είχα επίσης ξεκινήσει από την τρίτη σεζόν, μετά το πρώτο και τελευταίο το πέμπτο.

Όλα αυτά που λέω βέβαια ισχύουν για τις σειρές φαντασίας ή μυθιστορημάτων. Υπάρχουν και άλλες σειρές, των οποίων τα βιβλία είναι σχεδόν αυτοτελή. Αυτό συμβαίνει συνήθως με τις αστυνομικές σειρές. Σε αυτές δεν έχω τον παραμικρό δισταγμό να τις διαβάσω ανακατεμένα. Ένα παράδειγμα είναι οι περιπέτειες της Camilla Lackberg με τον Επιθεωρητή Πάτρικ και την γυναίκα του την Έρικα. Ξεκίνησα τη σειρά από το δέκατο μυθιστόρημα, μετά διάβασα την πρώτη τους υπόθεση,  ακολούθησε, τελείως τυχαία η δεύτερη και η τελευταία που διάβασα ήταν η ένατη περιπέτεια. Οι υποθέσεις όμως είναι τελείως αυτοτελείς, με σύνδεση των ιστοριών μέσω των οικογενειακών υποθέσεων των ερευνητών (γνωρίζονται κι ερωτεύονται, γίνεται ο γάμος, κάνουν παιδιά). Αυτά τα θεωρώ άσχετα με την κύρια υπόθεση, οπότε δεν δίνω καθόλου σημασία στο ότι στο προηγούμενο βιβλίο που διάβασα το ζευγάρι είχε παιδιά, ενώ στο επόμενο βρίσκονταν ακόμη στην περίοδο των ερωτοτροπιών για παράδειγμα.

 

Ποτέ μου δεν διάβασα ένα βιβλίο που ήξερα πώς θα μισήσω

Δεν θυμάμαι να έχω  διαβάσει ποτέ κάποιο βιβλίο που ήξερα πώς θα μισήσω. Έχει τύχει φυσικά να διαβάσω βιβλία τα οποία δεν μου άρεσαν, αλλά δεν το ήξερα από πριν. Προφανώς, επιλέγω βιβλία που μου κινούν το ενδιαφέρον με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Τελικά, στα βιβλία είμαι «ο καλός ο μύλος όλα τα αλέθει»!

Το πιο κοντινό που έφτασα σε διάβασμα ενός βιβλίου που ήξερα πώς θα μισήσω είναι όταν διάβασα τον πρώτο τόμο της σειράς «Λυκόφως» της Stephanie Meyer.  Είναι ένα βιβλίο που δεν ταιριάζει καθόλου στα γούστα μου και διαβαζόταν για ένα διάστημα επειδή ήταν της μόδας. Ένιωθα περιέργεια όμως για αυτό, καθώς είχα διαβάσει τόσο ενθουσιώδη όσο και εξαιρετικά αποδοκιμαστικά σχόλια, οπότε όταν το βρήκα σε σπίτι συγγενών του έκανα μια ανάγνωση, όταν πια είχε περάσει για τα καλά η μόδα του. Εντέλει επαληθεύτηκε η πρόβλεψη ότι δεν θα μου άρεσε, το βρήκα βαρετό, αν και δεν με δυσκόλεψε στο διάβασμα. Πάντως, δεν θα διάβαζα ποτέ τις συνέχειες.

 

 

Ποτέ μου δεν έγραψα fanfiction για αγαπημένο μου βιβλίο

Κι όμως, έχω γράψει ιστορίες εμπνευσμένες από τα αγαπημένα μου βιβλία, αν και δεν έχω επαφή με την κουλτούρα του fanfiction αυτή καθαυτή! Η πρώτη περίπτωση είναι όταν έγραψα μια ιστοριούλα στο σύμπαν του Χάρι Πότερ, η οποία διαδραματίζεται στο Χόγκουαρτς και όπου εμφανίζεται η παρέα των Χάρι, Ρον και Ερμιόνης. Την έγραψα με αφορμή έναν διαγωνισμό από παιδική εφημερίδα, αλλά δεν την έστειλα ποτέ, γιατί την έγραψα  μετά την εποχή όπου γινόταν ο διαγωνισμός. Η δεύτερη περίπτωση είναι όταν έγραψα μια συνέχεια για το μυθιστόρημα «Το φιλί της γυναίκας-αράχνης» του Manuel Puig, καθώς ήθελα να διερευνήσω περισσότερο τα συναισθήματα και τις σκέψεις του ενός από τους δύο πρωταγωνιστές, του Μολίνα, μέχρι την τελική πραγματοποίηση της ηρωικής του πράξης. Αυτό το βιβλίο με είχε συγκινήσει πολύ, καθώς είμαι και του μελοδράματος.

Είχα γράψει επίσης μια ιστορία για μια κοπέλα που μεταμφιέστηκε σε αγόρι για να ακολουθήσει την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, εμπνεόμενη από ένα μυθιστόρημα που είχα διαβάσει όπου συμβαίνει ακριβώς αυτό.

Τέλος, εμπνευσμένη από ένα αγαπημένο βιβλίο, την «Ιστορία χωρίς Τέλος» του Μίχαελ Έντε, είχα φτιάξει μια ιστορία με παρόμοια μοτίβα αλλά δικούς μου ήρωες.

 

Ποτέ μου δεν μεταμφιέστηκα σε ήρωα/ηρωίδα από αγαπημένο μου βιβλίο

Πραγματικά ποτέ δεν σκέφτηκα να μεταμφιεστώ σε κάποια ηρωίδα από αγαπημένο μου βιβλίο, ούτε ως μικρή ούτε μεγαλύτερη, ούτε στις Απόκριες ούτε στο Χαλόουιν, παρόλο που μου αρέσουν πολύ οι μεταμφιέσεις. Έτσι κι αλλιώς, μόνο από βιβλία φαντασίας ή εποχής είναι ωραία μεταμφίεση και φανταστική λογοτεχνία δεν διάβαζα μικρότερη ενώ τα φορέματα από λογοτεχνία εποχής είναι ωραία αλλά δύσκολα.

Διάβασα όμως μια πολύ ωραία εκδοχή βιβλιοφιλικής μεταμφίεσης, από το μπλογκ της Αλίκης στη χώρα των βιβλίων, στα πλαίσια του ίδιου παιχνιδιού. Αυτή η μεταμφίεση είναι: μαθήτρια του Χόγκουαρτς και είναι πολύ απλό να γίνει αυτοσχέδια και να δημιουργηθούν παραλλαγές.

 

Ποτέ μου δεν μίσησα βιβλίο αγαπημένου συγγραφέα

Ομολογώ ότι δεν θυμάμαι κάτι. Αν και σε δύο περιπτώσεις δεν έχω καταφέρει να διαβάσω βιβλία συγγραφέων που κατά τα άλλα μου αρέσουν. Η πρώτη περίπτωση είναι η εμπειρία μου με τον «Ηλίθιο», του Ντοστογιέφσκι. Πριν από πολλά χρόνια, είχα διαβάσει το «Έγκλημα και Τιμωρία» και τους «αδερφούς Καραμαζόφ», τα οποία μου άρεσαν πολύ,  και προσπάθησα να διαβάσω και το παραπάνω βιβλίο. Δεν τα κατάφερα όμως να το τελειώσω, περίπου από τη μέση και μετά δεν καταλάβαινα τίποτε. Το ξαναπροσπάθησα πρόσφατα σχετικά, με το ίδιο αποτέλεσμα. Αλλά αυτό δεν το θεωρώ μίσος, απλώς δεν κατάφερα να το διαβάσω.

Κάτι παρόμοιο έπαθα με την αυτοβιογραφία του Ταχτσή, το «Φοβερό Βήμα». Είχα διαβάσει το «Τρίτο Στεφάνι» και «Τα Ρέστα», το οποίο είναι ένα βιβλίο με διηγήματα, του ίδιου συγγραφέα. Αυτά τα βιβλία μου είχαν αρέσει πολύ.  Κάποια στιγμή, βρήκα στη βιβλιοθήκη του πατέρα μου το «Φοβερό Βήμα» και θέλησα να το διαβάσω, διότι είχα διαβάσει για αυτοβιογραφικά στοιχεία στο «Τρίτο Στεφάνι» και ήθελα να  ανακαλύψω περισσότερα επί του θέματος μέσω της αυτοβιογραφίας του συγγραφέα. Όσο διηγιόταν την παιδική του ηλικία, ήταν πολύ καλό. Μετά όμως έγινε πολύ ωμό για τις αντοχές μου και δεν μπόρεσα να το συνεχίσω.

 

Ποτέ δεν διάβασα το τέλος ενός βιβλίου πριν διαβάσω καν την αρχή

Όχι ακριβώς πριν διαβάσω καν την αρχή, αλλά αρκετά συχνά, ενώ διαβάζω το βιβλίο, πάω και διαβάζω τις τελευταίες φράσεις. Όπως καταλαβαίνει κανείς, δεν είμαι διόλου μανιακή με τα σπόιλερ.

 

 

 

Ποτέ μου δεν «πήδηξα» πολλές σελίδες  ενός βιβλίου

Γενικά, δεν προσπερνάω κομμάτια, θα μπορούσα να πω. Υπάρχουν όμως κι εξαιρέσεις. Στους «Άθλιους» του Βίκτωρα Ουγκό μερικές φορές προσπερνούσα το κομμάτι για τη μάχη του Βατερλό όπως και στη βιογραφία του Άλαν Τιούρινγκ από τον Andrew Hodges συνήθως παραλείπω τα υπερβολικά τεχνικά κομμάτια.

 

Ποτέ μου δεν είπα ψέματα πώς έχω διαβάσει κάποιο βιβλίο

Πράγματι, ποτέ δεν έχω κάνει κάτι τέτοιο. Το θεωρώ κάπως αχρείαστο. Γιατί να το κάνει κάποιος αυτό; Για να επιδειχθεί;

 

Ποτέ δεν είδα πρώτα την ταινία/σειρά

Γενικά, αν ξέρω ότι μια ταινία/σειρά βασίζεται σε βιβλίο και θέλω να διαβάσω το βιβλίο αποφεύγω να δω την ταινία/σειρά. Όμως, δεν λειτουργεί πάντα έτσι: για παράδειγμα, όταν ήμουν μικρή είχα δει την ταινία «Φαρενάϊτ 451», του Φρανσουά Τρυφώ και μετά από χρόνια διάβασα και το βιβλίο. Ακόμη, είδα πρώτα αρκετά επεισόδια της σειράς «Game of thrones» και μετά ενδιαφέρθηκα για τα βιβλία.

 

 

Ποτέ μου δεν είχα βιβλιοαγόρι (bookboyfriend)

Νομίζω πώς πράγματι δεν είχα ποτέ. Λάτρεψα πολλούς άντρες ήρωες βιβλίων αλλά όχι σε τέτοια φάση, που την θεωρώ πιο ταιριαστή με τραγουδιστές. Ακόμη και σε ρομαντικές ιστορίες (τις οποίες δεν προτιμώ, εκτός κι αν είναι κλασσική λογοτεχνία) θεωρώ άκυρη μια τέτοια συμπεριφορά ως αναγνώστρια, διότι διαβάζουμε μια ιστορία όπου πρωταγωνιστεί άλλη κοπέλα, οπότε με το ζευγάρι και τον έρωτά τους ενθουσιαζόμαστε και συγκινούμαστε.

 

Ποτέ μου δεν αγόρασα όλη τη σειρά πριν την αρχίσω

Αυτό δεν το έχω κάνει ποτέ, όντως. Δεν μ’ αρέσει να δεσμεύομαι, ούτε και ξέρω αν θα μ’ αρέσει τελικά η σειρά ώστε να τη συνεχίσω. Εξάλλου, είναι και το οικονομικό στη μέση, οπότε συνήθως «σπάω» τις παραγγελίες.

 

Ποτέ μου δεν συνέχισα μια σειρά που δεν μου αρέσει

Δεν πιέστηκα ποτέ να συνεχίσω μια σειρά που δεν μου αρέσει. Γιατί να το κάνω εξάλλου; Εδώ ισχύει: τόσα πολλά βιβλία τόσο λίγος χρόνος. Αν οι αναγνώστες πιεζόμαστε να τελειώσουμε σειρές που δεν είναι στα γούστα μας,  έχουμε ακόμη λιγότερο χρόνο να διαβάσουμε αυτά που πραγματικά θέλουμε.

 

Ποτέ μου δεν διάλεξα ένα βιβλίο επειδή είχε ωραίο εξώφυλλο

Το εξώφυλλο ποτέ δεν αποτελεί λόγο επιλογής ενός βιβλίο. Επιλέγω με βάση την περίληψη, τον συγγραφέα και σχόλια από άλλους.

Είναι ένα μπόνους αγάπης φυσικά αν το βιβλίο έχει και ωραίο εξώφυλλο.

 

Ποτέ μου δεν απέφυγα να σχολιάσω ένα βιβλίο για να μην το δει ο συγγραφέας

Δεν έχω βρεθεί ακόμη σε παρόμοια κατάσταση, αλλά ναι, αν είναι πιθανό να το δει ο συγγραφέας λογικά θα αποφύγω να σχολιάσω ένα βιβλίο αν δεν μ’ άρεσε. Αν μ’ άρεσε γενικά, αλλά θέλω να σχολιάσω κάποια σημεία στα οποία έχω την οποιαδήποτε αντίρρηση, θα το κάνω. Μάλιστα το έχω ήδη κάνει, σε σχόλιο σε φόρουμ. Μια άλλη εκδοχή με την οποία έχω πρόβλημα είναι πώς θα σχολιάσω στο μπλογκ βιβλίο που ήταν δώρο. Εκεί είναι πιο πιθανό να το δει ο δωρητής και δεν θα ήθελα να πω κάτι κακό και να με παρεξηγήσει.

 

Αυτές ήταν οι ερωτήσεις, τις οποίες απάντησα ειλικρινά. Οι κανόνες λένε ότι κάθε συμμετέχων πρέπει να προσθέσει τη δικιά του ερώτηση, οπότε οι  δεκατέσσερις (14) ως τώρα ερωτήσεις γίνονται δεκαπέντε (15). Ορίστε λοιπόν και η δικιά μου, δέκατη πέμπτη ερώτηση:

 

Ποτέ μου δεν διάβασα ξενόγλωσση λογοτεχνία σε μετάφραση

Γενικά, ενώ φυσικά διαβάζω ξενόγλωσση λογοτεχνία μεταφρασμένη, προσπαθώ όσο μπορώ να αγοράζω ξενόγλωσσα βιβλία στην αρχική τους γλώσσα. Φυσικά, αυτό αφορά λογοτεχνία που είναι γραμμένη σε γλώσσες που γνωρίζω, δηλαδή αγγλικά και γαλλικά. Προτιμώ να αγοράζω λογοτεχνία φαντασίας στα αγγλικά, όποτε αυτό είναι δυνατόν, καθώς στα ελληνικά μεταφράζονται μόνο οι πιο γνωστές σειρές ή και βιβλία φαντασίας συνεπώς δεν υπάρχει μεγάλη ποικιλία. Επιπροσθέτως, ακόμη κι όταν μεταφράζονται σειρές είναι πιθανόν να μην μεταφραστούν όλα τα βιβλία της σειράς, βιβλία που στο εξωτερικό έχουν εκδοθεί σε έναν τόμο οι ελληνικοί εκδοτικοί οίκοι συχνά τα σπάνε σε δύο, και άλλα παρόμοια προβλήματα της εντόπιας αγοράς βιβλίου. Όσον αφορά την κλασσική λογοτεχνία, συχνά οι εκδόσεις που υπάρχουν στην ελληνική αγορά είναι παιδικές, συντομευμένες εκδοχές. Υπάρχουν και πιο πρακτικοί, οικονομικοί λόγοι για την επιλογή ξενόγλωσσης αμετάφραστης λογοτεχνίας.  Και προφανώς στην μετάφραση όλο και κάτι χάνεται.

Στα γαλλικά δεν είμαι ακόμη τόσο προοδευμένη, αλλά έχω διαβάσει μικρό Νικόλα και Αστερίξ, τα οποία τα έχω ήδη διαβάσει όλα στα ελληνικά, οπότε είναι εύκολο να τα καταλάβω. Πολλές φορές στα αρχικά γαλλόφωνα Αστερίξ υπάρχουν καλαμπούρια τα οποία στην ελληνική μετάφραση χάνονται, οπότε δεν είναι βαρετό να τα ξαναδιαβάζω.

Θεωρώ ότι είναι πολύ ωραίο να γνωρίζει κανείς γλώσσες ώστε να μπορεί να διαβάζει ξένη λογοτεχνία στη γλώσσα που αυτή γράφηκε.

Κατανοώ ότι χρειάζεται να υποστηρίζουμε τους ελληνικούς εκδοτικούς οίκους για να συνεχίσουν να εκδίδουν όλων των ειδών λογοτεχνία, αλλά  υπάρχουν κάποια προβλήματα στην ελληνική αγορά ξενόγλωσσων βιβλίων που κάνουν πιο ευχάριστη την αγορά ξενόγλωσσης λογοτεχνίας στην αρχική τους γλώσσα.

Παρασκευή 12 Μαΐου 2023

Caitlín R. Kiernan-The Red Tree


Description:

Sarah Crowe left Atlanta- and the remnants of a tumultuous relationship-  to live in an old house in rural Rhode Island. Within its walls she discovers an unfinished manuscript written by the house’s former tenant- an anthropologist obsessed with the ancient oak growing on a desolate corner of the property.

Tied to local legends of supernatural magic, as well as documented accidents and murders, the gnarled tree takes root in Sarah’s imagination, prompting her to write her own account of its unsavory history.
And as the oak continues to possess her dreams and nearly all her waking thoughts, Sarah risks her health and her sanity to unearth a revelation planted centuries ago…

(From the back cover)

 

Προσωπική άποψη:

(Καθώς το μυθιστόρημα είναι γραμμένο στα αγγλικά, εκτός από τον ελληνικό, ακολουθεί και αγγλικός σχολιασμός.)

Αυτό είναι  ένα μυθιστόρημα υπερφυσικού και ταυτόχρονα ψυχολογικού τρόμου. Το υπερφυσικό στοιχείο της υπόθεσης βασίζεται στο τοπίο (σαν δαιμόνιο του τόπου ή αλλιώς genius loci, όπως είναι γνωστό στα λατινικά). Στην ουσία, το υπερφυσικό στοιχείο απεικονίζει το δέος απέναντι στη φύση, στοιχείο που οι περισσότεροι άνθρωποι το έχουν νιώσει κάποια στιγμή, οπότε αυτό διευκολύνει την  ταύτιση του αναγνώστη. Το ψυχολογικό τμήμα του έργου αφορά τα προβλήματα και τα κόμπλεξ της πρωταγωνίστριας, δηλαδή τάσεις αυτοκαταστροφής, αυτοϋποτίμηση, επιθυμία απελευθέρωσης, εύρεση της αληθινής αγάπης, επίδραση τοξικών σχέσεων του παρελθόντος και τραυματικών εμπειριών.

Το μυθιστόρημα έχει μάλλον πολύπλοκή δομή. Υπάρχουν τρία επίπεδα αφήγησης. Αρχικά, ο αναγνώστης εισάγεται στην πλοκή μέσω της αφήγησης της υποτιθέμενης εκδότριας του χειρογράφου στο οποίο κατέγραψε τις εμπειρίες της η πρωταγωνίστρια. Το κύριο σώμα  και δεύτερο επίπεδο της αφήγησης αποτελείται από το εν λόγω ημερολόγιο της πρωταγωνίστριας και αφηγήτριας. Τέλος, το τρίτο στρώμα αφήγησης, ενσωματωμένο στην εν λόγω καταγραφή, συνίσταται από αποσπάσματα μιας μελέτης γραμμένης από τον λαογράφο προηγούμενο ένοικο. Εκτός απ’ αυτά, περιέχονται στην πλοκή κι ένα διήγημα, το οποίο αφορά τα ίδια θέματα που ταλανίζουν την πρωταγωνίστρια και ένα απόσπασμα διηγήματος ως επίλογος.
Η συγγραφέας χρησιμοποιεί το μοτίβο του αναξιόπιστου αφηγητή και το αναλύει κιόλας, μέσω της επίσης συγγραφέως αφηγήτριάς της. Υποθέτω ότι το κλειδί για την κατανόηση των περιγραφόμενων είναι το τμήμα διηγήματος που χρησιμοποιείται ως επίλογος. Αυτό το απόσπασμα μιλάει κυρίως για τη μαγεία της αφήγησης, ακόμη κι όταν αυτή αφορά σκοτεινά και αρνητικά θέματα. Ειδικότερα, θίγει το θέμα της σημασίας, κι ίσως και των συνεπειών, της μορφοποίησης των αρνητικών συναισθημάτων και των τραυματικών εμπειριών μέσω της λογοτεχνικής καταγραφής τους. Τα ίδια θέματα κυριαρχούν σε όλο το βιβλίο, δηλαδή της γραφής σαν κάτι εθιστικό, σαν αρρώστια και σωτηρία ταυτόχρονα.
Η γλώσσα είναι κοφτή και σύγχρονη, με αρκετές λέξεις και εκφράσεις της αμερικάνικης αργκό. Αυτές οι διαλεκτικές φράσεις όμως νομίζω ότι δεν δυσκολεύουν ιδιαίτερα την κατανόηση κάποιον γνώστη της αγγλικής, καθώς βοηθούν τα συμφραζόμενα.
Στο μυθιστόρημα υπάρχουν  πλήθος αναφορών σε λογοτεχνικά και κινηματογραφικά έργα, μουσική, ζωγραφική και φωτογραφία. Οι λογοτεχνικές αναφορές ποικίλλουν από παιδική λογοτεχνία μέχρι μοντερνισμό και από λογοτεχνία τρόμου και φαντασίας ως κλασσική λογοτεχνία και θέατρο. Αναφορές υπάρχουν και σε έργα που δεν είναι μυθοπλασία, αλλά αφορούν παραψυχολογία/παράξενα φαινόμενα και λαογραφία. Οι αναφορές πάντως δεν περιλαμβάνουν μόνο πραγματικά βιβλία αλλά και ένα-δύο φανταστικά, κρυμμένα ανάμεσα στα πραγματικά. Σημαντικές είναι και οι αναφορές στα πιο σκοτεινά επεισόδια της ελληνικής μυθολογίας. Τέλος, συναντώνται και αναφορές σε παιδικά τραγούδια και παιχνίδια, παιδικό φολκλόρ, όπως λέγεται.
Λόγω της χρήσης του μοτίβου του αναξιόπιστου αφηγητή και για να θολώσει περαιτέρω το όριο μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας ώστε να γίνει πιστευτό το απίθανο από τον αναγνώστη στο πλαίσιο της πλοκής, χρησιμοποιούνται τεχνικές αληθοφάνειας, καθώς όλα τα τοπωνύμια και τα περισσότερα φολκλορικά βιβλία που αναφέρονται στη διήγηση είναι αληθινά. Επίσης, για τον ίδιο λόγο, στη σελίδα του τίτλου αναφέρονται ως δήθεν συγγραφείς τα δυο πρόσωπα της πλοκής που υποτίθεται κατέγραψαν τις εμπειρίες τους σχετικά με το κόκκινο δέντρο του τίτλου.
Υπάρχουν αρκετά αυτοβιογραφικά της συγγραφέως στοιχεία. Αυτοβιογραφικά στοιχεία είναι οι γνώσεις γεωλογίας και παλαιοντολογίας τις οποίες έχει η πρωταγωνίστρια, πράγμα λογικό, καθώς και η ίδια η συγγραφέας είχε σπουδάσει παλαιοντολόγος. Αυτοβιογραφικό στοιχείο είναι επίσης η διαφορετικότητα της πρωταγωνίστριας.
Ωραίες ατμοσφαιρικές περιγραφές, οι οποίες δεν γίνονται κουραστικές. Οι περιγραφές δεν αφορούν αποκλειστικά το δέντρο του τίτλου και το γύρω δασικό τοπίο, αλλά και τη θάλασσα.
Το βιβλίο έχει μερικές ερωτικές σκηνές, αλλά είναι δοσμένες με απλότητα και φυσικότητα. Αυτές οι σκηνές βρίσκονται εκεί όπου είναι απαραίτητες. Για αυτούς τους λόγους θεωρώ απίθανο να σοκάρουν. Επίσης, είναι λογικό να υπάρχουν, καθώς μεγάλο μέρος του ψυχολογικού φορτίου της πρωταγωνίστριας προέρχεται από τραύματα σχετικά με την ερωτική της ζωή.
Θα επιθυμούσα να υπάρχει κι ένα σχεδιάγραμμα σχετικά με τον προσανατολισμό της φάρμας η οποία αποτελεί το σκηνικό της ιστορίας και του «στοιχειωμένου» επώνυμου δέντρου ως προς αυτήν.  Αυτό πιθανόν να διευκόλυνε την κατανόηση, καθώς έχει μεγάλη σημασία για την πλοκή η σχετική θέση αυτών των δύο τοποθεσιών και μπορεί να είναι δύσκολο να κατανοηθεί μόνο με τα λόγια. Ίσως όμως να αποτελούσε μειονέκτημα η ύπαρξη σχεδιαγράμματος για κάποιους αναγνώστες, μειώνοντας το μυστήριο και άρα και την ατμόσφαιρα.
Γενικά, το συγκεκριμένο βιβλίο είναι ένα εξαιρετικό δείγμα ατμοσφαιρικού και ψυχολογικού τρόμου, το οποίο συστήνεται σε όλους τους φίλους του είδους.

English Review

This is a supernatural horror novel but it has also many elements of psychological horror at the same time. The supernatural elements of the story are based on the landscape, as demonstrated by the folklore of the genius loci. The supernatural aspect of the plot represents the awe of nature, an emotion that all the people have felt at some point. The prevalence of this sentiment makes easier the association of the reader with the heroes of the novel. The psychological part of this work is relevant to the main heroine’s problems and complex, namely a tendency for self-destruction, self-depreciation, a want for emancipation, the pursuit of real love, and the impact of toxic past love affairs and painful experiences.

This novel has a quite complex structure. There are three narrative levels. At first, the reader is led into the storyline through the narration of the alleged publisher of the manuscript into which the experiences of the protagonist have been recorded. The main body and second narrative level consist of the said protagonist’s and narrator’s diary. Finally, the third narrative level, incorporated into the already mentioned recording, is comprised of extracts from research written by the previous tenant of the house where the story takes place, which was a folklorist. Besides, the plot includes a short story, which refers to the same problems that torment the main heroine. As an epilogue, there is also a snippet from another short story.
The author uses the trope of the unreliable narrator and she analyses it via the narrator, which is an author, as well. I assume that the key to understanding the plot is the snippet used as an epilogue. This extract discusses the fascination of storytelling, even when this narration relates to dark and negative themes. In particular, it broaches the subject of the importance and the consequences of shaping of the negative emotions and the traumatic events via their literary recording. The same topics dominate the whole book, namely the writing as something addictive, as a disease, and as salvation simultaneously.
The language is sharp and modern with several words and expressions from American slang. Nevertheless, I think that someone familiar with the English language would not have difficulty with the text, as the context helps.
In this novel, there are many references to literature and cinema, music, painting, and photography. The literary references range from children’s literature to modernism and from fantasy and horror to classic literature and theater.  In addition, there are allusions to parapsychology/strange phenomena literature and folklore. Some of them are imaginary books, hidden among the real. Furthermore, an important nod to the darkest events of Greek mythology occurs inside the text. Finally, children’s games and songs, namely children’s folklore, are mentioned.
The author uses techniques of verisimilitude because of the utilization of the motif of the unreliable narrator and for succeeding in the reader’s suspension of disbelief. Specifically, all the toponyms and the more folkloric books which are mentioned are real. Furthermore, on the title page, the persons who chronicled the plot are recorded as authors for the same reason.
There is a considerable amount of the author’s autobiographical traits. Autobiographical hints are the heroine’s knowledge of geology and paleontology since the author had studied these domains of science. Another autobiographical aspect is the heroine’s sexual difference.
There are beautiful atmospheric descriptions of the scenery, which at no time are tedious.  These descriptions don’t refer only to the title’s tree but also to the sea.
The plot includes some erotic scenes, but they are presented simply and naturally. These instances are situated in moments that are needed for the evolution of the narrative. That is why I hold the opinion that these scenes aren’t possible to shock the reader. Furthermore, there is a logic behind their presence, considering that a great deal of the protagonist’s psychological burden originates from traumas regarding her love life.
I would desire a map or sketch concerning the orientation of the farm which is the setting for the story and of the “haunted” eponymous tree.  This probably would make easier the understating of the plot, since it is a significant element of the storyline and maybe it is difficult to explain with words only. Nevertheless, it is also possible that for some readers the existence of a map or sketch could be a disadvantage, reducing the mystery and thus the ambiance of the story.
Generally, this novel is an excellent specimen of atmospheric and psychological horror, recommended for all the people who love the genre.

Βαθμολογία/Grade: 10/10

Title: The Red Tree

Author: Caitlín R. Kiernan
Publishing House: Roc
Number of pages: 371

Παρασκευή 10 Ιουνίου 2022

ΤΖ. Κ. ΡΟΟΥΛΙΝΓΚ-ΕΝΑΣ ΞΑΦΝΙΚΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ

 


Λίγα λόγια για το βιβλίο:

Όταν ο Μπάρι Φερμπράδερ πεθαίνει ξαφνικά στα σαράντα του, η μικρή αγγλική κοινότητα του Πάγκφορντ συγκλονίζεται. Το Πάγκφορντ είναι ένα ειδυλλιακό μέρος, χαρακτηριστικό αγγλικό τοπίο, με μια πλακόστρωτη κεντρική πλατεία και ένα  αρχαίο αβαείο, ωστόσο, πίσω από την ηρεμία κα την ομορφιά του κρύβεται μια εμπόλεμη πόλη.
Οι πλούσιοι είναι σε πόλεμο με τους φτωχούς, οι έφηβοι με τους γονείς τους, οι γυναίκες με τους άντρες τους, οι δάσκαλοι με τους μαθητές τους…
Το Πάγκφορντ δεν είναι καθόλου αυτό που φαίνεται.
Η άδεια θέση του Μπάρι στο Ενοριακό Συμβούλιο θα γίνει ο καταλυτικός παράγοντας για να ξεσπάσει ο μεγαλύτερος πόλεμος που έχει ζήσει ποτέ η πόλη. Ποιος θα θριαμβεύσει στις εκλογές που είναι γεμάτες πάθος, υποκρισία και απροσδόκητες αποκαλύψεις;
(από το οπισθόφυλλο)

 

Προσωπική άποψη:
Το μυθιστόρημα αυτό δεν είναι αστυνομικό, όπως μπορεί να φανταστεί κάποιος από τον τίτλο, αλλά κοινωνικό, με την έννοια ότι μιλάει για σοβαρά κοινωνικά προβλήματα.
Πιο συγκεκριμένα, με αφορμή το θάνατο ενός σημαντικού μέλους της κοινότητας σε μια μικρή αγγλική πόλη, όπως περιγράφει και το οπισθόφυλλο, αρχίζουν να ξεδιπλώνονται οι σκοτεινές πλευρές της μικρής κοινωνίας και να αποδομείται το στερεότυπο της αρμονικής συνύπαρξης η οποία προβάλλεται από τους κατοίκους. Φανερώνονται τεταμένες και νοσηρές οικογενειακές σχέσεις, ενδοοικογενειακή βία, υποκρισία, νοσηρές κοινωνικές καταστάσεις, φτώχεια, σχέσεις εκμετάλλευσης, νοσηρός ανταγωνισμός, μπούλινγκ, αντιδραστικές και οπισθοδρομικές αντιλήψεις, ρατσισμός, ξενοφοβία, εγωιστική μικροπολιτική και αντιζηλίες, απωθημένα, απληστία, έλλειψη κοινωνικής πρόνοιας, αντιπαράθεση φτωχικής και πλούσιας γειτονιάς, ναρκωτικά, (ψευδό)φιλοσοφικές αντιλήψεις ως δικαιολογία για το κακό, αδικία, σκοτεινά μυστικά και εφηβικές αντιδράσεις σε όλα αυτά. Δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στους εφήβους, οι οποίοι είναι και οι καταλύτες της ιστορίας. Νομίζω ότι στο μυθιστόρημα αυτό αποδίδεται πολύ επιτυχημένα η συμπεριφορά και η νοοτροπία των εφήβων, τα προβλήματα αυτής της ηλικίας, η σκληρότητά της και πώς μπορεί ένα άτομο αυτής της ηλικίας να οδηγηθεί σε απερίσκεπτες πράξεις με σημαντικές συνέπειες. Τέλος, ένας από τους έφηβους χαρακτήρες μπορεί να ειπωθεί ότι παρουσιάζει γνωρίσματα ψυχοπαθούς προσωπικότητας (βία, ψυχρότητα, εξουσιαστικές τάσεις, απομόνωση) τα οποία αναλύονται με διαύγεια και εξυπνάδα.
Οι χαρακτήρες είναι σχεδόν όλοι αντιπαθείς. Μερικοί χαρακτήρες είναι πιο συμπαθείς και κάποιους ο αναγνώστης τους συμπονά, αλλά γενικά σχεδόν όλοι οι χαρακτήρες, ακόμη και αυτοί που εγείρουν συναισθήματα συμπάθειας και συμπόνιας, έχουν αρνητικά χαρακτηριστικά.
Η πλοκή δεν είναι ακριβώς σαφής, με αρχή μέση και τέλος, αλλά αναπτύσσεται σαν σκιτσάκια, τα οποία παρουσιάζουν την οπτική γωνία κάθε χαρακτήρα για τα περιστατικά και ενώνονται σε μια μεγάλη εικόνα.  Σε κάθε σκιτσάκι αποκαλύπτεται και ένα μυστικό ή και παρουσιάζεται η ψυχολογία των χαρακτήρων μέσω των σχέσεων και των αλληλεπιδράσεών τους. Εμένα προσωπικά δεν με πείραξε η αποδομημένη πλοκή, συνέχιζε να προκαλεί ενδιαφέρον, λόγω των συγκλονιστικών αποκαλύψεων. Μόνο μια από τις υποπλοκές ολοκληρώνεται με σαφές κλείσιμο, οι περισσότερες αφήνονται μετέωρες, σύμφωνα και με το δίδαγμα «η ζωή συνεχίζεται».
Υπάρχουν κάποια προβλήματα στην μετάφραση και ο αναγνώστης μπορεί να μπερδευτεί, καθώς παρατηρούνται και κάποιες αντιφάσεις. Επίσης, λόγω των πολλών προσώπων που συμμετέχουν είναι πιθανόν αρχικά να μπερδευτεί κάπως ο αναγνώστης όσον αφορά την ταυτοποίησή τους, καθώς όταν πρωτοεμφανίζονται αρχικά γίνεται μόνο ονομαστική αναφορά σε αυτούς και αργότερα εμφανίζονται.
Αυτό που με ενόχλησε εξαιρετικά είναι οι πολλές βρισιές. Υποθέτω η συγγραφέας τις χρησιμοποιεί για να δώσει ανάγλυφα την ωμότητα και τον κυνισμό που επικρατεί στην κοινωνία που περιγράφει, αλλά θεωρώ ότι η ατμόσφαιρα αυτή θα μπορούσε να δοθεί και αλλιώς.
Γενικά, θεωρώ ότι είναι ένα αρκετά καλογραμμένο βιβλίο, δυνατό και με επιτυχημένη ψυχολογική ανάλυση της κοινωνίας μιας μικρής συντηρητικής πόλης.  Στους φίλους της σειράς του Χάρι Πότερ το συγκεκριμένο βιβλίο μπορεί να φανεί αρκετά απογοητευτικό και η, κατά τη δήλωση της ίδιας της συγγραφέως, ανάγκη της να το γράψει να ξενίσει, καθώς το εν λόγω μυθιστόρημα είναι πολύ κυνικό και ρεαλιστικό, χωρίς ίχνος φανταστικού, αν και πιστεύω ότι και στα δύο επιτίθεται στα κακώς κείμενα, απλά με διαφορετικές μεθόδους. Όμως θεωρώ ότι το «Ένας ξαφνικός θάνατος» θα αρέσει αρκετά σε όσους ενδιαφέρονται για ψυχογραφήματα και κοινωνικά ζητήματα.
Βαθμολογία: 8/10.

 Τίτλος βιβλίου: Ένας ξαφνικός θάνατος.

Συγγραφέας: Τζ. Κ. Ρόουλινγκ.
Μεταφράστρια: Έφη Τσιρώνη.
Εκδόσεις: Ψυχογιός.
Αριθμός Σελίδων: 593.

Κυριακή 24 Απριλίου 2022

ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ-ΜΕ ΟΛΕΣ ΤΟΥΣ ΤΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ

 


Λίγα λόγια για το βιβλίο:

Ο Θανάσης Παπαγεωργίου είχε ένα όνειρο που έγινε κάλεσμα, μέσω της ραδιοφωνικής διαδικτυακής εκπομπής «Αλλόκοσμες Ιστορίες». 

Δεκαέξι συγγραφείς ανταποκρίθηκαν, καταθέτουν εκπληκτικές ιστορίες Φαντασίας και Τρόμου και σας καλούν να ταξιδέψετε μαζί τους.
Τη δουλειά τους τη στηρίζουν κι άλλοι άνθρωποι-επιμελητές, μεταφραστές, γραφίστες, καλλιτέχνες, εκδότες-για να προκύψει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Αυτό που κρατάτε στα χέρια σας.
Αφιλοκερδώς.
Με όλες μας τις δυνάμεις.
Βυθιστείτε σε αλλόκοσμες, συγκλονιστικές διηγήσεις από την αφρόκρεμα του είδους στη χώρα μας. Και όχι μόνο.
Για όλα εκείνα τα παιδιά που δίνουν καθημερινά τη δική τους μάχη.
Μάχη πιο επική από οποιαδήποτε μυθοπλασία.
Με όλες τους τις δυνάμεις.
(από το οπισθόφυλλο).
 
Προσωπική άποψη:
Ο τόμος «Με όλες τους τις δυνάμεις» προέκυψε μέσω της διαδικτυακής εκπομπής «Αλλόκοσμες ιστορίες». Αυτό το βιβλίο δεν είναι απλώς άλλη μια ανθολογία με διηγήματα φαντασίας και τρόμου, αλλά έχει φιλανθρωπικό σκοπό. Με τα έσοδα από την αγορά της υποστηρίζεται χρηματικά ο Σύλλογος Γονέων και Κηδεμόνων Παιδιών με Νεοπλασματικές Ασθένειες «Η Πίστη».
Τα διηγήματα είναι πάρα πολύ ποιοτικά και καλοφτιαγμένα, γραμμένα από γνωστούς Έλληνες συγγραφείς του φανταστικού. Υπάρχει επίσης και ένα διήγημα ξένου συγγραφέα, του ιδιαίτερα αγαπητού στην Ελλάδα Γκράχαμ Μάστερτον με τη συνεργασία της Ντον Γκ. Χάρις.
Τα διηγήματα που περιέχονται σε αυτό το βιβλίο καλύπτουν όλη την γκάμα ειδών, από το πιο ανάλαφρο ως το ονειρικό και το τραγικό και από το πιο ατμοσφαιρικό ως το πιο ωμό. Υπάρχουν επίσης και διάφορα είδη, όπως ένα διήγημα με σκηνικά αποκάλυψης, κωμικοτραγικά διηγήματα, ένα διήγημα που είναι αστυνομική περιπέτεια με φαντάσματα, ένα άλλο που είναι ιστορικής φαντασίας, ένα με μοτίβα πολεμικής φαντασίας, κάποια υποβλητικά και ψυχολογικού τρόμου… Γενικά, υπάρχει μεγάλη γκάμα, για να ικανοποιήσει τα γούστα κάθε αναγνώστη.  Τελικά, ακόμη και τα πιο συγκλονιστικά διηγήματα της ανθολογίας έχουν αίσιο ή τουλάχιστον ελπιδοφόρο τέλος, οπότε δεν χρειάζεται να τα φοβούνται ακόμη και οι αναγνώστες που ταράζονται με το θέμα της συγκεκριμένης ανθολογίας. Προσωπικά, τα διηγήματα που ξεχώρισα είναι: Το τρυφερό και άμεσο «Όταν ανάβει η κουβέντα (Μια ιστορία της Πικρής Στροφής)» της Ευθυμίας Ε. Δεσποτάκη είναι μια ιστορία φολκλορικής ηρωικής φαντασίας με ποντιακά και βυζαντινά στοιχεία. Το γλυκόπικρο «Ο Γίγαντας» του Γιώργου Λαγκώνα είναι ένας ύμνος στη φιλία, στην λογοτεχνία φαντασίας και στη συγγραφή, όπως και στη μουσική, ιδίως στη μέταλ, αλλά και γενικά στην ποπ κουλτούρα της δεκαετίας του ’90. Το απίστευτα συγκινητικό «Κόκκινο και Λευκό» του Γιώργου Κωστόπουλου έχει ιδιαίτερα όμορφες περιγραφές και εικόνες και πολύ επιτυχημένη απόδοση των συναισθημάτων. Τέλος, το ευαίσθητο «Καθαρτήριο» του Λευτέρη Μπούρου είναι μια πολύ επίκαιρη ιστορία, με θέμα το ρατσισμό, την προσφυγιά και τον πόλεμο.
Εκτός απ’ τα ίδια τα διηγήματα και τον σκοπό, υπάρχουν και άλλα αξιόλογα στοιχεία στην ανθολογία. Το προλογικό σημείωμα, γραμμένο από τον εμπνευστή της προσπάθειας  Θανάση Παπαγεωργίου, αξίζει να διαβαστεί. Το κείμενο αυτό δεν είναι ένας απλός πρόλογος, αλλά αφηγείται την ιστορία της δημιουργίας του βιβλίου και σφύζει από αυθορμητισμό, σαν να διηγείται ένας κολλητός φίλος. Την ίδια οικειότητα παρουσιάζουν και τα πολύ ενδιαφέροντα υστερόγραφα των συγγραφέων, τα οποία είναι   που διηγούνται πώς εμπνεύστηκαν τις ιστορίες.
Το εξώφυλλο είναι πολύ  επιβλητικό, σχετικά λιτό για βιβλίο φαντασίας, όμως με λεπτομέρειες τις οποίες δεν τις παρατηρεί κανείς με την πρώτη.
Μου έκανε επίσης θετική εντύπωση  το ότι στο οπισθόφυλλο αναφέρεται όριο καταλληλότητας. Με παραξένεψε λίγο, γιατί δεν συνηθίζεται στην Ελλάδα, όσο ενήλικα θέματα κι αν έχει ένα βιβλίο, ίσως επειδή θεωρείται αυτονόητο.
Συμπερασματικά, είναι ένα βιβλίο που αξίζει απ’ όλες τις απόψεις. Οι ιστορίες είναι πολύ υψηλής ποιότητας και καλύπτουν ευρεία γκάμα των διάφορων υποειδών της φαντασίας και του τρόμου. Επίσης, η έκδοση είναι πολύ ποιοτική, κάνοντας το ένα βιβλίο που οποιοσδήποτε βιβλιόφιλος θα χαιρόταν να το έχει στη βιβλιοθήκη του.  Τέλος και σημαντικότερο, με την αγορά του βιβλίου συντελεί ο αγοραστής σε φιλανθρωπικό σκοπό. Είναι λοιπόν ένα βιβλίο που συστήνεται σε όλους τους αναγνώστες που αγαπούν τα είδη της φαντασίας και του τρόμου.
Βαθμολογία: 10/10.

Τίτλος βιβλίου: Με όλες τους τις δυνάμεις.
Συγγραφέας: Συλλογικό (Γκράχαμ Μάστερτον, Ντον Γκ. Χάρις, Μιχάλης Γεωργοστάθης, Γιώργος Δάμτσιος, Ευθυμία Ε. Δεσποτάκη, Μάριος Δημητριάδης, Μπάμπης Δρουκόπουλος, Π. Μ. Ζερβός, Κατερίνα Θεοδώρου, Ελευθέριος Κεραμίδας, Λένα Κικίδου, Γιώργος Κωστόπουλος, Γιώργος Λαγκώνας, Γιώργος Μεσολογγίτης, Γιώργος Μπελαούρης, Λευτέρης Μπούρος).
Εκδόσεις: Χρονικό.
Αριθμός σελίδων: 373.